ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ


 «Και αν ακόμη ζούσες τρεις χιλιάδες χρόνια ή δέκα φορές τρεις χιλιάδες,

να θυμάσαι ότι κανείς δεν χάνει άλλη ζωή από εκείνη που ζει τώρα,
ούτε και ζει άλλη από εκείνη που χάνει. Είναι ίσες, λοιπόν, οι προθεσμίες,
είτε μεγάλης είτε μικρής διάρκειας. Το παρόν ανήκει σε όλους.
Με το θάνατο χάνομε το παρόν που η διάρκειά του είναι απειροελάχιστη.
Κανείς δεν χάνει το παρελθόν ή το μέλλον, μια και δεν μπορούν
ν’ αφαιρέσουν από κανέναν κάτι που δεν το έχει»

Μ. Αυρήλιος

Του καθηγητή ΓΡΓΟΡΗ ΦΙΛ. ΚΩΣΤΑΡΑ

Ο χώρος και ο χρόνος είναι παντού. Μας περιβάλλουν. Όμως δεν είναι κάτι απτό, κάτι εκτατό, χειροπιαστό, πρόχειρο ή παρευρισκόμενο, ώστε να μπορούμε να το συλλάβουμε. Αν θελήσουμε να τα κάνουμε αντικείμενο, χάνονται. Παρά ταύτα υπάρχουν, όπως υπάρχουμε και εμείς που βιώνουμε το χώρο και το χρόνο και σχηματίζουμε χωροχρονική αντίληψη. Η αντίληψη του χώρου θέτει ταυτόχρονα και την αντίληψη του χρόνου.

Η αντίληψη του χώρου, των αντικειμένων και των φαινομένων που υπάρχουν ή λαμβάνουν χώρα μέσα σ’ αυτόν συνοδεύεται από την αντίληψη της διάρκειας. Τα φαινόμενα είναι οι αλλαγές, οι μεταβολές μέσα στο χώρο. Κάθε αλλαγή, κάθε γένεση, αλλοίωση, αύξηση και φθορά, κάθε μεταβολή και διαδοχή γίνεται αντιληπτή ως κίνηση. Η κίνηση και η ροή είναι ο κανόνας της ζωής και της ψυχής: κίνηση είναι το γνώρισμα του εξωτερικού κόσμου και το χαρακτηριστικό, επίσης, της συνειδήσεως. Με την κίνηση και τη μεταβολή, τη ροή και τη διαδοχή γεννιέται η αντίληψη του χρόνου.

Η απόσταση (στο χώρο) και η διάρκεια (στο χρόνο) δεν είναι ποσοτικά μεγέθη και λογιστικά μήκη, αλλά ποιοτικές μορφές, βιώματα της συνειδήσεως, η οποία επινοεί ποικίλους τρόπους αντικειμενικού καθορισμού. Η βαθύτατη σχέση ανάμεσα στην αντίληψη του χώρου και του χρόνου εκφράζεται στην καθημερινή δοσοληψία, παρατηρεί ο μεγάλος σύγχρονος φιλόσοφος Μ. Χάιντεγκερ. Λέμε έως εκεί είναι όσο «ένας περίπατος», όσο «ένα άλμα γάτας», μια «σποριά», ένα «πετροβόλημα» ή «ένα τσιγάρο δρόμος»! Αλλά και όταν χρησιμοποιούμε σταθερά μέτρα και λέμε: «Έως το σπίτι είναι μισή ώρα», αυτό το μέτρο πρέπει να νοηθεί ως εκτίμηση. Μισή ώρα δεν είναι 30’, αλλά μια διάρκεια που δεν έχει πράγματι μήκος, με την έννοια της ποσοτικής εκτάσεως. Η διάρκεια αυτή ερμηνεύεται εδώ με βάση τις καθημερινές φροντίδες και πράξεις.

Έτσι, οι καθημερινές φροντίδες, η κοινή δοσοληψία εναλλάσσει δικαιολογημένα τη χρονική διάρκεια και έκταση με τη χωρική απόσταση: η αγωνία για ένα αγαπημένο πρόσωπο μας φέρνει συνεχώς κοντά του, έστω κι αν αυτό βρίσκεται εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά μας, μηδενίζει τη χωρική και χρονική απόσταση και παροντοποιεί το απώτατο. Επτά ή οκτώ χρόνων διακυβέρνηση συμπυκνωμένης αθλιότητας, σκανδάλων, ψεύδους, απάτης και ηθικού ξεπεσμού φαίνεται μεγαλύτερη από μία σαραντάχρονη συνετή και δημιουργική διακυβέρνηση. Ο ευχάριστος χρόνος «πετάει», ο ανιαρός «σκοτώνει»!

Ο αντικειμενικός προσδιορισμός του χρόνου είναι δύσκολος. Ο χρόνος που συνέχει και περιέχει τα πάντα είναι ασύλληπτος και απροσδιόριστος. Τον αισθανόμαστε τόσον, ώστε να περιττεύει η διαπίστωσή του. Όπως το Απόλυτο «πληροί» τα πάντα και είναι «πανταχού παρόν», έτσι και ο χρόνος. Η γνήσια μορφή του είναι ο υπαρξιακός χρόνος. Η ίδια η ανθρώπινη ύπαρξη είναι χρονικότητα. Εκείνο που μπορεί να λεχθεί για το χρόνο είναι ότι αυτός «χρονώνεται», βιώνεται. Μόλις αποπειραθεί κανείς να τον καθορίσει, ο χρόνος δραπετεύει.

Στην αυστηρότερη γλώσσα της Ψυχολογίας, η αντίληψη του χρόνου σχηματίζεται βαθμηδόν και υπηρετείται από τις άλλες λειτουργίες. Στη γλώσσα της Φιλοσοφίας τώρα, ο ανθρώπινος λόγος, στην προσπάθειά του να τον συλλάβει και να τον εξαντικειμενίσει, κάνει τον χρόνο αφηρημένη έννοια, άπειρη, χωρίς αρχή και τέλος - όπως το χώρο. Ποια κατεύθυνση έχει η ατελεύτητη αυτή τροχιά του χρόνου; Οι πλείστοι νομίζουν ότι ο χρόνος κυλάει από το παρελθόν προς το μέλλον. Μερικοί όμως του δίνουν εντελώς αντίθετη κατεύθυνση: «Νυχτερινό», γράφει ο Μιγκέλ ντε Ουναμούνο, «κυλάει το ποτάμι των ωρών απ’ την πηγή του, που είναι το αιώνιο αύριο». Ο Βρετανός φιλόσοφος Μπράντλεϋ αρνείται και τις δύο αυτές απόψεις και προτείνει να «διαγραφεί» το μέλλον ως κατασκεύασμα της ελπίδας και να ψαλιδιστεί το παρόν, το «νυν» στην αγωνία της στιγμής που καταβιβρώσκεται από το παρελθόν. Ενώ ο Μπράντλεϋ αναιρεί το μέλλον, μία από τις Σχολές των Ινδών φιλοσόφων αρνείται το παρόν. Απλούστατα: το πορτοκάλι πάει να πέσει απ’ το κλαδί ή έχει ήδη πέσει.

Πρώτη η αρχαία ελληνική Φιλοσοφία -και μάλιστα η Προσωκρατική- έθεσε το πρόβλημα του χρόνου. Οι Ελεάτες αρνούνται την κίνηση, διότι η κίνηση προϋποθέτει κενό χώρο, μια περιοχή δηλαδή που να μην είναι κατειλημμένη. Ο κενός χώρος, όμως, ισούται με το μηδέν. Είναι κάτι μη πραγματικό. Επομένως, κάθε ον κινούμενο, θα κινούνταν αναγκαστικά προς χώρο κατειλημμένο, πράγμα αδύνατο, όπως ακριβώς γι’ αυτό αδύνατη είναι επίσης και η κίνηση. Τα εμπειρικά δεδομένα της κινήσεως και της αλλαγής είναι ψευδαισθήσεις, στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν. Το ιπτάμενο βέλος π.χ. είναι ουσιαστικά ακίνητο, διότι σε κάθε μικρή, ελάχιστη χρονική στιγμή, κατέχει μόνον ένα μικρό, ελάχιστον χώρο, δίδασκε ο Ζήνων, επαναλαμβάνοντας τον δάσκαλό του Παρμενίδη. Ο οποίος πίστευε πως το Είναι είναι ακίνητο: «Ουδέποτε ήταν, ούτε θα είναι, διότι είναι τώρα μαζί όλο, ένα, συνεχές». Παρελθόν και μέλλον δεν υπάρχουν, ενώ εκείνο που για μια στιγμή συλλαμβάνω ως παρόν,είναι στην πραγματικότητα χώρος που τον βιώνω ως χρόνο.

Ό,τι ονομάζουμε χρόνο, δεν είναι παρά η κινούμενη εικόνα της ακίνητης αιωνιότητας, θα πει ο Πλάτων στο περίφημο χωρίο του «Τιμαίου» του. Αυτήν την αιωνιότητα μόνον ο Νους την προσεγγίζει, θα εξηγήσει αργότερα ο Πλωτίνος. Ο Νους αγκαλιάζει μεμιάς τα πάντα. Το παρελθόν, όπως και το μέλλον, του είναι παρόντα. Τίποτα δεν παρέχεται σ’ αυτόν τον κόσμο, όπου τα πάντα ησυχάζουν μέσα στη μακαριότητα της καταστάσεώς τους. Είναι τούτο μια απάντηση στην ασταμάτητη ροή του Ηρακλείτου. Ο οποίος, 700 περίπου χρόνια πριν, έδινε προτεραιότητα στο Γίγνεσθαι απέναντι στο Είναι. Ο Καντ, στη νεότερη εποχή, δεν είναι ο τελευταίος που επηρεάστηκε βαθύτατα από τον Πλάτωνα. Οι σκόρπιες εντυπώσεις που αποκτούμε με τις αισθήσεις, ισχυρίζεται ο Καντ, πρέπει, για να «συνταχθούν» σε γνώσεις, να ενταχθούν μέσα σε κάποια καλούπια που υπάρχουν εντός μας a priori (εκ των προτέρων, έμφυτα) και που είναι μορφές, φόρμες της εποπτείας: ο χώρος και ο χρόνος, καθώς και οι καθαρά νοητικές κατηγορίες. Τα a priori του Καντ μάς οδηγούν πίσω στη γενική ιδέα των πλατωνικών αρχετύπων, των πρωταρχικών αιτίων ή ιδεών που εγκατοικούν και συνθέτουν την αιωνιότητα, κατά τη φράση του Χόρχε Λουίς Μπόρχες.

Κάθε άνθρωπος επιποθεί την αιωνιότητα. Μόνον ό,τι έχει κάτι από τη μορφή της αξίζει να το διαφυλάξουμε. Διαφορετικά, «το να ζεις σημαίνει να χάνεις χρόνο», λέει ο Σανταγιάνα, «τίποτα δεν μπορούμε ν’ αποκτήσουμε, τίποτε να φυλάξουμε». Μία όψη αυτής της αιωνιότητας, άλλωστε, είναι η ατελεύτητη δημιουργία.

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ (ΙΙ)

«Η θεία καλωσύνη σκορπίζει την κακία,
η αιώνια ζωή νεκρώνει το θάνατο,
η ευλογία διαλύει την αθλιότητα»

Ι. Σκώτος Εριγένης

Το πρόβλημα του χώρου και του χρόνου δίχασε τους επιστήμονες σε εμφυτοκρατικούς και εμπειροκρατικούς. Οι εμφυτοκρατικοί νομίζουν το χρόνο ως ενέργεια, σύνθεση, βίωμα του «εγώ», δημιούργημα της συνείδησης: «Ο χρόνος», ισχυρίζεται ο φιλόσοφος της ιστορίας Ο. Σπέγκλερ, «είναι μια ανακάλυψη που κάνουμε με το νου μας». Αν πράγματι ο χρόνος είναι νοητική διεργασία, πώς τον μοιράζονται τότε χιλιάδες ή δύο, έστω, άνθρωποι;

Αυτή η απορία ανάγκασε τους εμπειροκρατικούς να στραφούν προς άλλες λύσεις και να νοήσουν το χρόνο ως γεννώμενο από τη σύνθεση και σύγκριση των ψυχικών καταστάσεων, που όμως οι ίδιες δεν έχουν καμία μορφή χρόνου, και την παρατήρηση του εξωτερικού κόσμου. Ο Αριστοτέλης βεβαιώνει πως «ουκ έστι άνευ κινήσεως και μεταβολής χρόνος […] άμα γαρ κινήσεως αισθανόμεθα και χρόνου˙ και γαρ εάν ή σκότος και μηδέν διά του σώματος πάσχωμεν, κίνησις δε τις εν τη ψυχή ενή, ευθύς άμα δοκεί τις γεγονέναι και χρόνος […] τότε φαμέν γεγονέναι χρόνον, όταν του προτέρου και του υστέρου εν τη κινήσει αίσθησιν λάβωμεν». Σύμφωνα με την αριστοτελική άποψη, δεν υφίσταται χρόνος δίχως κίνηση και μεταβολή. Μαζί με την κίνηση, αντιλαμβανόμαστε και το χρόνο.

Η χωροχρονική αντίληψη συλλαμβάνει τις τρεις διαστάσεις τους: μήκος-πλάτος-βάθος, παρελθόν-παρόν-μέλλον και έπειτα επινοεί διαφόρους τρόπους αντικειμενικού καθορισμού, επιχειρεί δηλαδή να τις καθορίσει ποσοτικά, χρησιμοποιώντας διάφορα όργανα και μέτρα. Η αντίληψη βοηθείται από όλες τις αισθήσεις. Ο σφυγμός, η αναπνοή, η εναλλαγή του μόχθου και της ανάπαυσης, η διαφορά των ήχων και η διάρκειά τους, η μεταβολή των καιρικών συνθηκών, οι μυϊκές κινήσεις, όλα συντείνουν στην αντίληψη της ροής. Αλλά και άλλες ψυχικές δυνάμεις συνεργούν στο σχηματισμό της αντίληψης του χρόνου, όπως η μνήμη, η οποία συγκρατεί και διασώζει τις αλλαγές, τα φαινόμενα και αναπλάθει τα παρελθόντα και τα συνδέει με τα μέλλοντα ή η φαντασία που αγωνίζεται να εισχωρήσει βαθύτατα και να φωτίσει, κατά το δυνατόν, το μέλλον και να το αναπαραστήσει.

Εκτός, βέβαια, από τον Αριστοτέλη που έδειξε το βασικό παράδοξο ότι ο χρόνος μετριέται με την κίνηση στο χώρο, ο Πλωτίνος (204/5-269/70 μ.Χ.) είναι εκείνος που έθεσε κατά τρόπο ανεπανάληπτο το πρόβλημα του χρόνου. Ο αρχηγός του Νεοπλατωνισμού ίσταται στη δύση του αρχαίου ελληνικού φιλοσοφικού κόσμου και τον πλημμυρίζει με ένα ύστατο, δυνατό και σαγηνευτικό φως. Στην πέμπτη Εννεάδα του, δηλαδή στα εννέα βιβλία του πέμπτου τόμου: V1 (10), V2 (11), V3 (49), V4 (7), V5 (32), V6 (24), V7 (18), V8 (31) και V9 (5), θα βρούμε οξύτατες αναλύσεις σχετικά με το μυστήριο του χρόνου, με την ασύλληπτη οντότητά του. Συγγράφει μάλιστα ειδική διατριβή, με τίτλο «Περί αιώνος και χρόνου», την ΙΙΙ 7 (45) Εννεάδα του, όπου βλέπει το χρόνο, τη χρονικότητα και την αιωνιότητα ως συνθετική ενέργεια του λόγου, της συνείδησης: «Δει δε ουκ έξωθεν της ψυχής λαμβάνειν τον χρόνον, ώσπερ ουδέ τον αιώνα ουκ έξω του όντος: δεν πρέπει να αναζητούμε έξω από την ψυχή το χρόνο, όπως ακριβώς και την αιωνιότητα έξω από το ον».

Ο χρόνος τίθεται μαζί με την ψυχή, με την κίνηση της ψυχής μέσα στον κόσμο, με τη χρόνωσή της. Εδώ, η ψυχή δημιουργεί με το αισθητό της είδος και διοδεύει από τη μία ζωντανή μορφή προς την άλλη. Η ψυχή του κόσμου, ο κόσμος ως ζωντανός και παντελής οργανισμός, το Σύμπαν είναι μία Πραγματικότητα, διαποτισμένη όχι από μια δανεική αιωνιότητα, αλλά από μια αιώνια πληρότητα. Σ’ αυτό το βασίλειο δεν υπάρχει τίποτε που να μην είναι διαφανές, τίποτε θαμπό - το φως συναντάει το φως. Όλα βρίσκονται παντού, ταυτόχρονα, και το κάθε τι είναι το παν: κάθε πράγμα είναι όλα τα πράγματα. Οι άνθρωποι που τους θαμπώνει αυτός ο κόσμος με τη δύναμη, την ομορφιά του, την τάξη της αέναης κίνησής του ας υψώσουν τη σκέψη τους προς αυτήν την Πραγματικότητα που δεν έχει τίποτε επίκτητο, αφού τα πάντα της ανήκουν αιωνίως: αυτήν την αιωνιότητα που μιμείται ο χρόνος, γυρίζοντας ολόγυρα από την ψυχή, πάντοτε εγκαταλείποντας κάποιο παρελθόν, πάντοτε αναζητώντας το μέλλον.

Η ψυχή δεν έχει απλώς το χρόνο: χρονικότητα και αιωνιότητα μέσα της, αλλά είναι η ίδια χρόνος, όπως επίσης είναι η ίδια η ζωή και κίνηση. Ενώ, όμως, η κίνηση έχει ένα τέλος, ο χρόνος δεν γνωρίζει τέλος, αν και μπορεί να πει κανείς ότι και η κίνηση δεν έχει τέλος και ότι η στάση είναι μία μορφή κινήσεως, αφού και η άψυχη ύλη είναι ενέργεια. Κάθε κίνηση ολοκληρώνεται μέσα στο χρόνο και κάθε αλλαγή πραγματοποιείται μέσα στο χώρο: στο χρόνο της ψυχής και στο χώρο της ψυχής. Μέσα στην ψυχή συναιρούνται και διατηρούνται ακατάπαυστα το «Πρότερον», το «Νυν» και το «Ύστερον»: το χθες, το σήμερα και το Αύριο: το Παρελθόν - Παρόν - Μέλλον.

Ο Ιερός Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.), ένα από τα θεήλατα πνεύματα μέσα στην ιστορία του πολιτισμού, βαθύτατα επηρεασμένος από τον Πλωτίνο, θα ασχοληθεί με το πρόβλημα του χρόνου, ιδιαίτερα στο ΧΙ βιβλίο των «Εξομολογήσεων». Σύμφωνα με την άποψη του Αγίου Αυγουστίνου, η ύπαρξη του χρόνου τότε μόνο είναι δυνατή, όταν αυτός εξαντικειμενισθεί. Όταν όμως εξαντικειμενισθεί, όταν απομονωθεί και ακινητοποιηθεί, παύει να υπάρχει. Ο χρόνος είναι όταν δεν είναι! Ο χρόνος μόνον ως παρόν είναι μέσα μας, στην ψυχή μας. Το παρόν έχει την παρουσία του και στις τρεις διαστάσεις του: «το παρόν του παρελθόντος λέγεται μνήμη, το παρόν του παρόντος αίσθημα, το παρόν του μέλλοντος προσδοκία». Ο χρόνος ως παρελθόν δεν υπάρχει πλέον, ενώ ως μέλλον δεν υφίσταται ακόμη. Με τα παραδείγματα του ήχου, του ποιητικού μέτρου και των συλλαβών αγωνίζεται να δείξει ο Αυγουστίνος ότι η μέτρηση του χρόνου είναι αδύνατη και να προσδιορίσει συγχρόνως την ουσία του χρόνου ως ουσία του ανθρωπίνου πνεύματος: «In te, anime meus, tempora mea metior: Μέσα σου ψυχή μου, μετρώ τους χρόνους μου»!

Ακολούθησε μόχθος αιώνων. Μεγάλοι πνευματικοί δημιουργοί σκέφτηκαν το χρόνο και έδωσαν τις δικές τους λύσεις. Όλοι, ωστόσο, άντλησαν επιχειρήματα από τους Προσωκρατικούς, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, τον Πλωτίνο και τον Ιερό Αυγουστίνο. Την αιώνια επιστροφή του Νίτσε μπορούμε να την αναζητήσουμε μέσω του Δαυίδ Χιουμ στον Πλάτωνα και ειδικότερα στην 39 παράγραφο του «Τιμαίου». Την άποψη του Σοπενάουερ πως υπάρχει μόνο το παρόν, την ιχνεύσαμε ήδη στον Πλωτίνο και τον Αυγουστίνο. Ακόμη και ο Μπ. Ράσσελ, όταν επιχειρεί να αναιρέσει τα επιχειρήματα των Ελεατών, στηρίζεται σ’ αυτούς.

Και ήρθε, τέλος, η επανάσταση του Άλμπερτ Αϊνστάιν. Η θεωρία της σχετικότητας έδωσε νέες διαστάσεις στο πρόβλημα του χρόνου και εισήγαγε νέα αντίληψη γι’ αυτόν: ο χρόνος είναι σχετικός και υπόκειται σε διαστολή, όταν το χρονόμετρο κινείται, κινείται και αυτό σχετικά με τον παρατηρητή, ο χρόνος δηλαδή μεταβάλλεται ανάλογα με την κίνηση.

Παρ’ όλα αυτά, ούτε η ανακάλυψη του Αϊνστάιν έβγαλε το χρόνο από την απροσδιοριστία του, το χρόνο που όμως προσδιορίζει τη ζωή μας ως δάσκαλος, θεραπευτής, ρυθμιστής, πανδαμάτωρ, επαληθευτής. «Τι είναι ο χρόνος; Αν κάποιος με ρωτήσει, δεν ξέρω. Αν θελήσω να το εξηγήσω σ’ αυτόν που με ερωτά, δεν ξέρω». Γυρίζουμε έτσι 1.600 περίπου χρόνια πίσω, στον Ιερό Αυγουστίνο.

Αν, όμως, δεν γνωρίζουμε να εξηγήσουμε τι είναι χρόνος, ένα ωστόσο γνωρίζουμε με βεβαιότητα: ότι, δηλαδή, ο χρόνος δεν περνάει, εμείς περνάμε!

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ (ΙΙΙ)

«Ο τρόπος που εμφανίζεται η θέληση είναι ένας μόνον - και είναι το παρόν.
Δεν είναι ούτε το παρελθόν ούτε το μέλλον. Τα δύο τελευταία δεν υπάρχουν,
παρά για το πνεύμα και το αλυσοδέσιμο της συνειδήσεως, η οποία υπακούει
στην αρχή της λογικής. Κανείς δεν έζησε στο παρελθόν,
κανείς δεν θα ζήσει στο μέλλον.
Το παρόν είναι η μοναδική μορφή κάθε ζωής».

Σοπενάουερ

Ο χρόνος, ο χώρος και η κίνηση συνιστούν ένα φυσικό τρίγωνο και είναι μετρήσιμα μόνον (ή κατ’ άλλους υπάρχουν μόνον) σε σχέση μεταξύ τους. Αν αποσυνδέσουμε το ένα από το άλλο, ούτε μετρούνται ούτε υπάρχουν. Για το χρόνο έχουμε μια αντικειμενική εκτίμηση και μια υποκειμενική αντίληψη. Γι’ αυτό και τον διακρίνουμε σε φυσικό ή αντικειμενικό, σε φυσιολογικό ή βιολογικό και σε ψυχολογικό ή υπαρξιακό.

Φυσικός ή αντικειμενικός χρόνος είναι εκείνος που με μαθηματική ακρίβεια μετρώ και προσδιορίζω. Η κίνηση του ήλιου, οι θέσεις κατά τη διαδρομή του, η πορεία της σελήνης, η νύχτα και η ημέρα, οι φωνές των ζώων και το κελάηδημα των πουλιών, πλημμύρες, πόλεμος, λοιμός, σιτοδεία ήταν μερικά κριτήρια για τον υπολογισμό και τη διαίρεση του χρόνου. Η άμμος, η κλεψύδρα, το αναμμένο κερί, οι φωτιές, η μετατόπιση της σκιάς υπήρξαν τρόποι μετρήσεως του χρόνου, ώσπου με τα ωρολόγια, τα χρονοσκόπια, τους χρονογνώμονες, τα ρυθμόμετρα, τα ειδικά χρονόμετρα, τις χρονοφωτογραφίες επιτεύχθηκε ο ακριβής καθορισμός του φυσικού χρόνου ή με τα αστρικά χρονόμετρα και τα αστρικά εκκρεμή, τα ηλιακά ωρολόγια και χρονόμετρα διά χαλαζίου ο ακριβής υπολογισμός του αστρικού, του αληθούς ηλιακού και του μέσου ηλιακού χρόνου. Η Φυσική σήμερα βρήκε ένα χρονικό quantum, ένα χρονόνιο, το οποίο δεν είναι δυνατόν να διαιρεθεί. Το ελάχιστο αυτό χρονικό σημείο ισούται με 0,002’’. Έτσι, το παρόν του φυσικού χρόνου είναι μία στιγμή, αν εκτιμηθεί αντικειμενικά.

Ο φυσιολογικός ή βιολογικός χρόνος αντιστοιχεί προς το ρυθμό που εμφανίζει κάθε ζωντανός οργανισμός. Τα φύλλα του σφενδάμου πρασινίζουν ή κοκκινίζουν σαν τη φωτιά, ανάλογα με την εποχή του έτους. Ανάλογα με το χρόνο και τη θέση του ήλιου, η αγριόπαπια μεταναστεύει στο βορρά ή στο νότο, ωθημένη από έναν εσωτερικό ρυθμό. Μία ποικιλία φασολιών σόγιας Biloxi συμπεριφέρεται σαν αριθμομηχανή και ανθίζει μόνον αν εκτεθεί σε περιόδους φωτός και σκότους κατά κύκλους που είναι πολλαπλάσια του 24ώρου. Λουλούδια ανθούν βάσει προγράμματος. Φύλλα φυτών «κλείνουν» ή «ανοίγουν», ανάλογα με το είδος της μουσικής που ακούγεται!

Ο ρυθμός αυτός, το βιολογικό ρολόι, ποικίλλει στον άνθρωπο, ανάλογα με το άτομο, την ηλικία και τη φυλή. Η παιδική ηλικία παρουσιάζει μεγαλύτερο, η γεροντική μικρότερο φυσιολογικό χρόνο. Ένα τραύμα επουλώνεται τρεις ή τέσσερις φορές γρηγορότερα στο παιδί παρά στον μεγάλο. Μία ημέρα γι’ αυτό περιλαμβάνει τριπλάσιες ή τετραπλάσιες μονάδες χρόνου περισσότερες από τον ώριμο ή τον γέροντα. Έτσι, από το χρόνο επουλώσεως μιας πληγής είμαστε σε θέση, έως τα 40 μάλιστα χρόνια, να υπολογίσουμε με εκπληκτική ακρίβεια τη χρονική ηλικία των ανθρώπων, όπως έδειξε ο Νορβηγός βιολόγος du Nouy. Του φυσιολογικού χρόνου η ροή είναι στους μακρόβιους αργή, στους βραχύβιους εξαιρετικά γρήγορη. Ανάλογη είναι και η βίωση του φυσικού χρόνου, βίωση που χρωματίζει τις πράξεις τους και διαποτίζει τη νοοτροπία τους. Έτσι, η διαφορά επιπέδων πολιτισμού μεταξύ Βορείων και Νοτίων δεν πρόκειται ποτέ να γεφυρωθεί.

Ο ψυχικός, ψυχολογικός ή υπαρξιακός χρόνος εξαρτάται από την ψυχοσύνθεση του κάθε προσώπου. Γι’ αυτό και ο χρόνος αυτός ονομάζεται υποκειμενικός, γιατί δεν συμπίπτει με τις αντικειμενικές μετρήσεις. Εδώ, η χωροχρονική αντίληψη δεν ρυθμίζεται από τα ωρολόγια, τα ημερολόγια και τα ποικίλα μέτρα αποστάσεων και μηκών, αλλά από την ένδεια ή τον πλούτο και το πλήθος των βιώσεων, των γεγονότων και των ενεργειών. Έλλειψη βιώσεων και άλλων γεγονότων αναδεικνύει τον κενό χρόνο, τον οποίο ζούμε ως ανιαρό, ατέλειωτο, πληκτικό. Αργός είναι ο χρόνος της αναμονής, ενώ όταν η προσδοκία συνοδεύεται από αγωνία, ο χρόνος φαίνεται στάσιμος. Ο πλήρης γεγονότων βιώνεται ως ταχύς, ενώ κατά την ανάμνηση είναι μακρός. Η ασχολία και η δράση οδηγεί στην ταχεία βίωση του χρόνου: τα παιδιά ποτέ δεν προφθάνουν να παίξουν! Οι γέροντες, αντιθέτως, «σκοτώνουν» ή «σπρώχνουν» τις ανιαρές ώρες τους μονότονα και ατελεύτητα. Το παιδί χαίρεται το παρόν, με όπλο τη δράση και την ελπίδα, οι γέροντες «θηλάζουν» το παρελθόν με μέσο την ανάμνηση: «Αναμιμνησκόμενοι γαρ ήδονται».

Η διάρκεια του χρόνου εξαρτάται από το είδος των αντιλήψεων: απτικών, κινητικών, ακουστικών, οπτικών. Οι τεχνίτες, οι εργάτες, οι επαγγελματίες δύσκολα πλήττουν. Ο χρόνος «φεύγει» όταν οι εντυπώσεις και οι εικόνες είναι πλούσιες. Απόδειξη, τα όνειρα που διαρκούν κατά μέσο όρο 5’’. Σε στιγμές κινδύνου, ο ψυχικός χρόνος πετά. Η ζωή του ανθρώπου, διηγούνται οι κινδυνεύσαντες, «περνά σαν κινηματογραφική ταινία». Τούτο επιβεβαιώνεται από τους τοξικομανείς. Ο οπιοπότης De Quincy, που μελέτησε την επίδραση του οπίου στον ίδιο τον εαυτό του, ζούσε τη διάρκεια μιας νύχτας σαν έναν αιώνα.

Ο ψυχικός χρόνος αλλοιώθηκε ως προς τη βίωσή του σήμερα. Ανία, άγχος, αποξένωση, εσωτερική πενία και ερείπωση συνοδεύουν τη διάσπαση και τις ρωγμές της συνειδήσεως του ανθρώπου. Τα ονόμασαν: διασκέδαση. Ουσία αυτής της διασκεδάσεως-διασπάσεως η απληστία, η περιέργεια, η λαιμαργία για το νέο. Έτσι τον βόσκει η ανησυχία: δεν έχει χρόνο, είναι δούλος του ωρολογίου, προς το οποίο εναρμονίζει τον ψυχικό του χρόνο. Τούτο είναι έσχατη απώλεια, εσωτερική καταλήστευση που του «κουρσεύει» κάθε εσωτερική ευδαιμονία. Γιατί δεν ζει πλέον γνήσια και αυθεντικά μέσα στο χρόνο και στο χώρο.

Όπως στον ψυχικό χρόνο, έτσι και στο χώρο, υπάρχει ένα ιδιαίτερο υπαρξιακό μέτρο για την εκτίμηση των πραγμάτων, το οποίο δεν συμφωνεί με τους μαθηματικούς υπολογισμούς: το δήθεν εγγύτατο αντικειμενικά είναι το πιο απόμακρο υπαρξιακά. Έτσι, τα γυαλιά, θα πει ο Χάιντεγκερ, αν και «κάθονται» στη μύτη μας, απέχουν πολύ περισσότερο από την εικόνα που παρατηρούμε. Το ακουστικό του τηλεφώνου βρίσκεται μακρύτερα από τον συνομιλητή. Το κατάστρωμα του δρόμου υπό τα πέλματα των ποδιών μας είναι μακρύτερα από τη φίλη μας που έρχεται από μεγάλη απόσταση σε συνάντησή μας. Το κάθισμα στο σπίτι μας ή ο τοίχος που μας χωρίζει από τον διπλανό συγκάτοικό μας απέχουν πολύ περισσότερο από τον κινδυνεύοντα στα σύνορα στρατευμένο γιο μας, για τον οποίον αγωνιούμε. Κάθε στιγμή βιώνεται σαν ένας απέραντος χρόνος, σαν ένα ατέλειωτο χρονικό μήκος, το οποίο ο αγωνιών δεν γίνεται γρήγορα να καταβροχθίσει.

Η αγωνία της υπάρξεως κενώνει το χρόνο και το χώρο. Η παρουσία του ανθρώπου, που πρέπει ήρεμα να καλύψει το κενό, δηλώνεται με την απουσία του: Η καταταλαιπώρησή του από την ταχύτητα των αλλαγών τού έφερε ψυχικό, πνευματικό και ηθικό κάματο. Η καρδιά του λαχταρά τη Γη του Λωτού του Τέννυσον, «όπου βασιλεύει μόνο το πράο δειλινό» ή η Γη του Ιρλανδού ποιητή Κητς, «όπου η ομορφιά δεν έχει άμπωτη, φθορά ή πλημμυρίδα» και όπου «ο χρόνος είναι ατελεύτητο τραγούδι»!

Ή κατά τον απαράμιλλο τρόπο του Ι. Αυγουστίνου: «Cor meum irrequietum est, donec inquiescat, Domine, in Te: Η ψυχή μου είναι ανάστατη, μέχρις ότου εφησυχάσει σε Σένα, Κύριε».

Ο θρίαμβος της νοσταλγίας του Αιωνίου!

Για μεγέθυνση πατήστε εδώ


Ποιος είναι ο Γρηγόρης Κωσταράς
Ο Γρηγ. Φιλ. Κωσταράς γεννήθηκε στο Πυργί του Δήμου Αγρινίου. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ειδικεύτηκε στη Φιλοσοφία-Ψυχολογία στα Πανεπιστήμια του Αμβούργου και της Κοπεγχάγης υπό την επιστημονική καθοδήγηση διαπρεπών καθηγητών: K.F. v Weizsäcker, P. Aubenque, Kl. Oehler, P. Hofstsätter, K. Pawlik, H. Nickel, R. Tausch κ.ά. Αναγορεύτηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Αμβούργου και απεφοίτησε από τη «Σχολή Ψυχολογικής Αμύνης» του Οϊσκίρχεν. Εξελέγη επιμελητής του Εργαστηρίου Ψυχολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής.
του Πανεπιστημίου Αθηνών, εντεταλμένος υφηγητής, επίκουρος καθηγητής, αναπληρωτής και, τέλος, καθηγητής. Είναι εκλεγμένο μέλος πολλών ελληνικών και ξένων επιστημονικών εταιρειών με ευρεία συμμετοχή σε διεθνείς εκπροσωπήσεις και επιστημονικά συνέδρια.
Διδακτικό έργο ασκεί όχι μόνο στη Φιλοσοφική, αλλά και σε άλλες πανεπιστημιακές σχολές, ενώ προσκεκλημένος έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια της αλλοδαπής και έχει μετάσχει σε μεγάλα διεθνή ερευνητικά κέντρα. Στο συγγραφικό του έργο -εκτός από τα 46 αυτοτελή βιβλία του- κεντρική θέση έχουν οι διατριβές, μελέτες και ανακοινώσεις -περισσότερες από 304-, δημοσιευμένες σε έγκυρα ελληνικά και ξένα περιοδικά.
Πολυσήμαντο είναι και το μεταφραστικό του έργο: K. Fr. von Weizsacker, ο πλέον διάσημος δάσκαλός του, G. Müller, F. Austeda, Ortega ü Gasset κ.ά. Είναι μερικοί από τους συγγραφείς, τα έργα των οποίων μεταφράζει, ενώ αναλύει και εκτενώς σχολιάζει του μέγιστου Πολωνού φιλοσόφου I.M. Bochensci το «Δρόμοι φιλοσοφικού στοχασμού». Οι κριτικοί υπογραμμίζουν την ερευνητική σπουδαιότητα των φιλοσοφικού και ψυχολογικού περιεχομένου μελετών του που δημοσιεύονται στις διάφορες Εγκυκλοπαίδειες, όπως στο «Φιλοσοφικό - Κοινωνιολογικό Λεξικό» (εκδ. Καποπούλου) ή στην «Πάπυρος - Λαρούς - Μπριτάννικα», των οποίων υπήρξε βασικός συνεργάτης. Τα φιλοσοφικού - ψυχολογικού περιεχομένου άρθρα (τα πλείστα) της «Μπριτάννικα - Λαρούς» τα συνέγραψεν ο καθηγητής Γρηγ. Φιλ. Κωσταράς.
Στο πλαίσιο μιας εργώδους κοινωνικής, πολιτικής και εθνικής δραστηριότητας, είδαν το φως της δημοσιότητας υπέρ τα 300 άρθρα από τις στήλες των μεγαλύτερων αθηναϊκών εφημερίδων.

Το συγγραφικό του έργο - ξενόγλωσσο, ελληνιστί γραμμένο ή μεταφρασμένο - έχει μεγάλη απήχηση. Έτυχε, τέλος, πολλών τιμητικών διακρίσεων.

  • «Το έργο του καθηγητού Γρηγ. Κωσταρά μοιάζει με δροσερή πηγή, από την οποία τρέχουν άφθονες, γάργαρες σκέψεις». R.T. Wallis (The classical Review, τεύχος 4, 1982)
  • «Το έργο του καθηγητού Γρηγ. Κωσταρά διακρίνεται για το εύρος των γνώσεων, την ακρίβεια της αναλύσεως, τη σαφήνεια της ερμηνείας». P. Aubenque (επιστολή προς Alexander - Humbolt - Stiftung)
  • «Στο έργο του καθηγητού κ. Γρηγ. Κωσταρά θα βρούμε βαθιές συλλήψεις, με τις οποίες υπερβαίνει τις αντιθέσεις και φθάνει σε μία θαυμάσια σύνθεση». Fr. D’ Agostino (Rivista internazionale di Filosofia del Diritto, 1980)
  • «Τα συγγράμματά του διακρίνονται για την πυκνότητα των νοημάτων, τη σαφήνεια, τη μεθοδικότητα και την εμβρίθεια». (Pesado en Salamanticensis 1991)
  • «Το έργο του κ. Κωσταρά είναι σπουδαίο, πυκνό και σύνθετο, καρπός μιας πολύμοχθης και ευσυνείδητης ερευνητικής προσπάθειας». P. Henry (Rev. Belge de Philosophie et Historie, 1981).
Ακολο
Share on Google Plus

About Natalie Press 1

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
    Blogger Comment
    Facebook Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου