Και ξαφνικά βρέθηκε η λύση για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση.
Εχει μάλιστα και όνομα. Λέγεται Ανδρέας Παπανδρέου.
Το θέμα βέβαια θα ήταν για γέλια, αν όχι για κλάματα, αλλά αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της τρέχουσας πολιτικής ειδησεογραφίας στην Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δεν αρέσκεται στο να είναι ο εαυτός του, αλλά επιθυμεί, στη φάση αυτή της ζωής του, να θεωρείται ως ο διάδοχος του αείμνηστου Ανδρέα.
Σε ανάλογο κλίμα κινείται και ολόκληρο σχεδόν το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο επιχειρεί μία νέα ξεδιάντροπη στροφή, αυτή τη φορά προς τα Αριστερά, σε μία εμφανή προσπάθεια να δημιουργήσει, για μία ακόμη φορά, ένα ψεύτικο δίλημμα μεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς.
Επιχειρεί δηλαδή ο κ. Τσίπρας να διαγράψει από τη μνήμη του ελληνικού λαού, και των ξένων, όλα όσα διαπράχτηκαν τα χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία και τα οποία περιγράφει στο βιβλίο του με συναρπαστικό τρόπο ο Γιάνης Βαρουφάκης, καθώς κατέληξαν στο βαρύ μνημόνιο 3 το οποίο ήδη έχει αρχίσει να πληρώνει ο ελληνικός λαός.
Ο κ. Τσίπρας επιχειρεί λοιπόν ένα reset, μια επανεκκίνηση, τέτοιας κλίμακας που μόνο μία εξήγηση έχει. Οτι θεωρεί πολύ χαμηλή τη νοημοσύνη του ελληνικού λαού.
Φυσικά δεν πρόκειται να αποδώσει αυτό, γιατί ο κ. Τσίπρας πλέον μιλά την γλώσσα του παρελθόντος, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλά τη γλώσσα του μέλλοντος, όπως φάνηκε για ακόμα μια φορά με τις χθεσινές δηλώσεις του από τη Θεσσαλονίκη.
Ωστόσο, όλη αυτή η κουβέντα περί Ανδρέα Παπανδρέου, περί προσλήψεων στο Δημόσιο κ.τ.λ. αποπροσανατολίζει ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που του ενδυναμώνει τις ψευδαισθήσεις ότι η κρίση σύντομα θα αποτελεί παρελθόν και επομένως δεν χρειάζεται να αλλάξει τίποτα, όπως η αλλαγή νοοτροπίας. Η μεγάλη ζημιά που γίνεται δημιουργεί μια καθησύχαση, η οποία είναι αντίθετη προς την πραγματικότητα.
Αυτή για μένα είναι η μεγάλη ζημιά που γίνεται με την αναζήτηση σωτήρων από το παρελθόν και μάλιστα εκείνων που φέρουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την κατάσταση στη χώρα.
Ελπίζω να έχει αξιολογηθεί δεόντως στην Ελλάδα ότι στην προχθεσινή τηλεοπτική αναμέτρηση των δύο βασικών αντιπάλων για τις γερμανικές εκλογές στις 22 Σεπτεμβρίου, της Μέρκελ και του Σουλτς, δεν έγινε καμία αναφορά στην Ελλάδα.
Αυτό βέβαια λύνει τα χέρια της επόμενης κυβέρνησης, όποιας κι αν είναι.
Και θα ήταν επίσης ανόητο να περιμένει κανείς υποστήριξη από τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν, π.χ. στην μη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, όταν ο ίδιος επιχειρεί μία ιστορική ανατροπή του εργασιακού κώδικα στη χώρα του.
Αν λοιπόν η χώρα πραγματοποιήσει μια επιστροφή στο αμαρτωλό παρελθόν, θα την φέρει πρόσωπο με πρόσωπο με τη μοίρα της, θα την αποξενώσει από τον βασικό κορμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης.


0 comments:
Δημοσίευση σχολίου